- ξενηλασία
- θεσμός της αρχαίας Σπάρτης, όπου ίσχυε πριν από τη νομοθεσία του Λυκούργου. Από την εποχή του Λυκούργου, το έθιμο αυτό ενισχύθηκε με γραπτό νόμο, που απαγόρευε στους ξένους να μένουν στη Σπάρτη χωρίς ειδική άδεια και έδινε στις αρμόδιες αρχές το δικαίωμα να διώχνουν κάθε ξένο που ήταν ανεπιθύμητος ή που θα μπορούσε να βλάψει τα ήθη των Σπαρτιατών με τις ιδέες και τον τρόπο ζωής του. Στον Επιτάφιο λόγο του ο Περικλής ισχυρίζεται ότι η ξ. των Λακεδαιμονίων αποσκοπούσε στο να μη μάθουν οι εχθροί της Σπάρτης τα μυστικά της πολιτικής ή κοινωνικής οργάνωσής τους.
* * *η (Α ξενηλασία) [ξενηλατώ]η απέλαση τών ανεπιθύμητων ξένων από μία χώρα ή η απαγόρευση εισόδου σε αυτήν, θεσμός που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη Σπάρτη προς τα τέλη τού 7ου π.Χ. αιώνα, κατά τον Β' Μεσσηνιακό πόλεμο (α. «τήν τε γὰρ πὸλιν κοινὴν παρέχομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὅτε ξενηλασίαις ἀπείργομέν τινα ἤ μαθήματος ἤ θεάματος», Θουκ.β. «πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἁπάντων τῶν περισσῶν ξενηλασίαν ἐποιήσατοδιὸ οὔτε ἔμπορος, οὔτε σοφιστής... εἰσήει εἰς τὴν Σπάρτην», Πλούτ.).
Dictionary of Greek. 2013.